top of page

Αρχιεπίσκοπος Κυπριανόςο εθνομάρτυρας της Κύπρου (1756-1821), Μέρος Β΄

Μέλη της Εταιρείας, όπως ο Δημήτριος Ίπατρος [ή Ύπατρος], ο αρχιμανδρίτης Θεοφύλακτος Θησεύς και ο Αντώνιος Πελοπίδας είχαν επισκεφτεί και την Κύπρο, επειδή στον αρχικό σχεδιασμό της Εξέγερσης περιλαμβανόταν και η Κύπρος. Όταν όμως διαπιστώθηκε ότι οι Ελληνοκύπριοι (80.000 τότε έναντι 20.000 Τούρκων) δεν ήταν εξοπλισμένοι, κρίθηκε ότι και λόγω της απόστασης δεν έπρεπε να λάβουν ένοπλο μέρος στην Επανάσταση. Αντίθετα αποφασίστηκε να βοηθήσουν τον Αγώνα στον ελλαδικό χώρο οικονομικά. Την εφαρμογή της απόφασης αυτής εγγυήθηκε προσωπικά ο Κυπριανός, ως αρχιεπίσκοπος. Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται από σχετική επιστολή που του έστειλε τον Οκτώβριο του 1820 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης. Σ’ αυτήν, μεταξύ άλλων, γράφει [εδώ την αποδίδω στη σημερινή δημοτική]:

“Μακαριότατε Δέσποτα που αγαπάς το Γένος μας,

Ο πατριώτης κύριος Δημήτριος Ίπατρος με βεβαίωσε για την γενναία βοήθεια, την οποία η Μακαριότητά σας υποσχέθηκε σ’ αυτόν για το Σχολείο της Πελοποννήσου [= την Επανάσταση]. Γι’ αυτό λοιπόν κι εγώ, ως έφορος του Σχολείου αυτού, θεωρώ απαραίτητο καθήκον μου να ευχαριστήσω την Μακαριότητά σας και να την ενημερώσω ότι πλησιάζει η έναρξη του Σχολείου… Ας βιαστεί λοιπόν η Μακαριότητά σας να στείλει τόσο τη δική της βοήθεια, όσο και των άλλων ομογενών της, είτε είναι χρήματα είτε ζωοτροφία, ...συνοδεύοντάς τες ή με δικό της άνθρωπο ή με αυτόν που σας έφερε το παρόν γράμμα μου.

Έχω την ελπίδα ότι η Μακαριότητά σας θα φιλοτιμηθεί να δώσει βοήθεια, που θα είναι αντάξια του μεγάλου πόθου και του πατριωτισμού της, αλλά και όλου του ποιμνίου της. Και ζητώντας τις ευλογημένες ευχές της, μένω με βαθύ σεβασμό προς την Μακαριότητά σας, υπάκουο τέκνο, Αλέξανδρος Υψηλάντης”.

Όταν “το Σχολείο” (η Επανάσταση) άνοιξε στην Πελοπόννησο τον Μάρτιο του 1821, οι απανταχού τουρκικές Αρχές κινητοποιήθηκαν και με εντολή του σουλτάνου επιδόθηκαν σε πράξεις εκφοβισμού των Ελλήνων. Το ίδιο συνέβη και στην Κύπρο. Ο αρχιεπίσκοπός της Κυπριανός, γνωρίζοντας καλά ποια είναι η κατάσταση των Ελληνοκυπρίων (ουσιαστικά άοπλοι και μακριά από την ηπειρωτική Ελλάδα), προσπαθεί να ηρεμήσει τον μουχασίλη [Τούρκο ηγεμόνα], για να μην ξεσπάσει με την συνηθισμένη αγριότητα κατά των Ελλήνων. Και στην συγκεκριμένη περίπτωση το πέτυχε προσωρινά. Διότι η Υψηλή Πύλη μέσα σε λίγες ημέρες έδωσε εντολή στον Τούρκο διοικητή της Κύπρου Κιουτσούκ Μεχμέτ να ζητήσει τον αφοπλισμό των Ελλήνων και να καταπνίξει στο αίμα κάθε απόπειρα Εξέγερσης. Ο Κυπριανός με εγκύκλιό του (στις 22 Απριλίου 1821) παρότρυνε τους χριστιανούς που είχαν όπλα να τα παραδώσουν. Στις έρευνες που έκαναν οι Τούρκοι όπλα δεν εύρισκαν, εκτός από ελάχιστα, γι’ αυτό περίμεναν να τους δοθεί αφορμή για διώξεις.

Γνωρίζοντας ότι κινητήρια δύναμη για την προετοιμασία και υπόθαλψη κάθε προσπάθειας για απελευθέρωση του Ελληνισμού ήταν η Εκκλησία και οι λειτουργοί της, η ευκαιρία που ζητούσαν και στην Κύπρο βρέθηκε: Μες στον Απρίλιο του 1821, παρά τη συμβουλή του Κυπριανού, ο αρχιμανδρίτης Θεοφύλακτος μοίρασε στην πόλη της Λάρνακας επαναστατικές προκηρύξεις. Ο Κιουτσούκ ενημέρωσε τον σουλτάνο κι αυτός έδωσε εντολή για σκληρή απάντηση. Οι σφαγές, οι απαγχονισμοί και οι αρπαγές ξεκίνησαν στην Κύπρο την 9η Ιουλίου 1821. Για άλλη μια φορά επαληθεύτηκε και εδώ ο λόγος του Ιησού Χριστού: “Θα σκοτώσω το βοσκό, και θα σκορπιστούν τα πρόβατα του κοπαδιού” (Ματθ. 26, 31). Πρώτος οδηγήθηκε στην αγχόνη ο αρχιεπίσκοπος Κυπριανός. Και μάλιστα στην πλατεία του Σεραγίου της Λευκωσίας, προκειμένου να σκορπίσουν φόβο και τρόμο στους χριστιανούς. Δεν αρκέστηκαν σ’ αυτόν. Στη συνέχεια αποκεφάλισαν τους μητροπολίτες Κυρήνειας, Πάφου και Κιτίου (Λάρνακας). Το κακό συνεχίστηκε με πρωτοφανή αγριότητα για πέντε ολόκληρες ημέρες. Μέχρι την 14 Ιουλίου σκότωσαν 486 Ελληνοκύπριους κληρικούς, ηγουμένους, μοναχούς, δασκάλους, προκρίτους, εμπόρους… Κατέκαψαν χωριά, δήμευσαν περιουσίες, μετέτρεψαν εκκλησίες σε τζαμιά ή σε αποθήκες και στάβλους, λεηλάτησαν μοναστήρια και μαγαζιά.

Η πρωτοφανής αυτή καταστροφή ανάγκασε πολλούς Κυπρίους να φύγουν από το νησί τους για να σωθούν. Ο Γάλλος πρόξενος τους υπολόγισε σε 20-25.000. Αρκετοί από αυτούς κατέφυγαν στην Ελλάδα και πύκνωσαν τις τάξεις των αγωνιστών. Πολέμησαν μαζί τους για την απελευθέρωσή της. Δεν ήταν λίγοι και αυτοί που έπεσαν ηρωικά στα πεδία των μαχών!

Η θυσία του αρχιεπισκόπου Κυπριανού συγκίνησε και εξακολουθεί να συγκινεί κάθε Έλληνα, όπου γης.


Ευάγγελος Π. Λέκκος

θεολόγος, νομικός




121 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων
bottom of page